- εκδορά
- η (Α ἐκδορά)νεοελλ.επιπόλαιο τραύμα τής επιδερμίδας, ξέγδαρμααρχ.1. αφαίρεση τού δέρματος, γδάρσιμο2. γεν. αφαίρεση.
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
ἐκδορά — ἐκδορά̱ , ἐκδορά stripping off fem nom/voc/acc dual ἐκδορά̱ , ἐκδορά stripping off fem nom/voc sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
εκδορά — η 1. αφαίρεση του δέρματος, γδάρσιμο. 2. επιπόλαιο τραύμα της επιδερμίδας, ξέγδαρμα, γρατσούνισμα, αμυχή … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
ἐκδοράν — ἐκδορά̱ν , ἐκδορά stripping off fem acc sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐκδοράς — ἐκδορά̱ς , ἐκδορά stripping off fem acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐκδοραῖς — ἐκδορά stripping off fem dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐκδοραί — ἐκδορά stripping off fem nom/voc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐκδορᾶς — ἐκδορά stripping off fem gen sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐκδορῶν — ἐκδορά stripping off fem gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
έκδαρσις — ἔκδαρσις, η (Μ) εκδορά … Dictionary of Greek
αγκαθιά — Μεγάλος πεδινός οικισμός (υψόμ. 20 μ., 1.547 κάτ.) του νομού Ημαθίας. Βρίσκεται στα δεξιά της κοιλάδας του Αλιάκμονα, κοντά στα σύνορα με τον νομό Πιερίας. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Μελίκης. * * * η [αγκάθι] 1. τόπος γεμάτος αγκάθια 2. εκδορά … Dictionary of Greek